Επιβιώνει αυτός που προσαρμόζεται καλύτερα στις αλλαγές

Ο Κάρολος Δαρβίνος είχε πει ότι δεν επιβιώνει ο πιο δυνατός, ούτε ο πιο έξυπνος, αλλά αυτός που προσαρμόζεται καλύτερα στις αλλαγές. Πρόκειται για μια θεώρηση με μεγάλη αξία σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, και φυσικά στους καιρούς που ζούμε. Πώς και πόσο όμως κατανοούμε τη φύση της προσαρμογής;

Είναι προσαρμογή το να παραδοθεί κάποιος στο απροσδόκητο; Να αποδεχτεί τη μοίρα του, αποφεύγοντας έτσι την αγωνία και τον πόνο της αντίστασης; Είναι προσαρμογή η τετριμμένη αντίληψη κάποιων «αν δεν μπορείς να αποφύγεις κάτι, υπόμεινέ το (αν όχι απόλαυσέ το)»; Η άποψή μου είναι ότι η ανθρωπότητα πάσχει από έλλειμμα ορθών και επαρκών ορισμών, από ερμηνείες στη διάθεση του κάθε δυστυχή, και ίσως να υπήρχε πολύ λιγότερη δυστυχία τριγύρω, αν οι ερμηνείες αυτές μπορούσαν να επαναδιατυπωθούν προς το συμφέρον του κάθε ανθρώπου. Βλέπετε, η προσαρμογή (ακόμη και ετυμολογικά) δεν αποτελεί αποδοχή, αποτελεί διόρθωση πορείας. Η επαναδιατύπωση της ερμηνείας της προσαρμογής, από αποδοχή σε διόρθωση, λίγο να το σκεφτεί κανείς, αποτελεί από μόνη της επανάσταση. Μια επανάσταση που διδάσκω τόσο στους επιχειρηματίες μαθητές μου, όσο και στους εκπαιδευτικούς μαθητές μου.

Η αποδοχή των συνθηκών που μας επιβάλλουν την προσαρμογή αποτελεί το πρώτο στάδιο της προσαρμογής. Το να παραιτηθούμε όμως από έναν στόχο, θεωρώντας την παθητική αποδοχή ως προσαρμογή, οδηγεί σε ακύρωση του στόχου μας. Η ακύρωση από μόνη της αποτελεί διόρθωση, ίσως την ύστατη διόρθωση, αλλά δεν πρέπει να αφορά τους στόχους μας. Η εξυπηρέτηση του κάθε στόχου οφείλει να βασίζεται σε κάποιο σχέδιο, και κάθε σχέδιο συνίσταται σε στάδια υλοποίησης και ελέγχου, σε βήματα συγκεκριμένα. Η απροσδόκητη αλλαγή των συνθηκών αυτής της πορείας μπορεί να οδηγήσει σε απαραίτητες διορθώσεις και αλλαγές των βημάτων αυτών, αλλά όχι απαραίτητα του στόχου. Και ακριβώς αυτό είναι το σημείο στο οποίο αποτυγχάνουν όσοι δεν προσαρμόζονται. Δεν έχει να κάνει τόσο με την ανθεκτικότητα, την ευελιξία, τη δύναμη ή την ευφυΐα του ανθρώπου, όσο με τη δυνατότητα να διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στο στόχο και την πορεία. Οι περισσότεροι άνθρωποι, παρορμητικοί και συναισθηματικά παρασυρμένοι, ταυτίζουν τόσο τον στόχο με τις συνθήκες της πορείας ή του σχεδίου προς αυτόν, που αν κάτι ανατραπεί στις συνθήκες αυτές, αποφασίζουν συναισθηματικά ότι ανατρέπεται ή ακυρώνεται ο στόχος. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται και το κλειδί της επιτυχούς επιβίωσης κάποιων ή της αποτυχίας κάποιων άλλων.

Ο πραγματικά προσαρμοστικός άνθρωπος, όταν κάποιες συνθήκες ανατραπούν, έρχεται αντιμέτωπος με την πρόκληση να αλλάξει δρόμο, πορεία, μεθοδολογία προς το στόχο του, αλλά παραμένει εστιασμένος στον ίδιο στόχο. Αναλύει τις νέες συνθήκες και απεργάζεται την αναγωγή τους σε εργαλείο και όχημα προς την εξυπηρέτηση του στόχου του εκ νέου, αλλά, αν εξακολουθεί ο στόχος του να είναι αυτός που τον συμφέρει, δεν παρεκκλίνει από αυτόν.

Στις βασικές λειτουργίες της ζωής μας, όταν αυτή, η παραπάνω θεώρηση, δεν λειτουργεί, πολύ συχνά σημαίνει, είτε ότι ο άνθρωπος είναι υπερβολικά εστιασμένος στη διαδικασία, με αποτέλεσμα να χάνει από την οπτική του το στόχο του, είτε, πολύ πιο συχνό, ότι απλά δεν είχε διατυπώσει με σαφήνεια έναν στόχο, και στη συνέχεια ένα σχέδιο προσέγγισής του. Και θα ρωτήσει, εύλογα, κάποιος «τί να το κάνουμε το σχέδιο, αν υπάρχει περίπτωση οι συνθήκες πάνω στις οποίες βασίζεται να ανατραπούν». Βασικά, αυτό αποτελεί και την πιο συχνή δικαιολογία στο γιατί οι επιχειρηματίες αρνούνται την αξία ενός επιχειρηματικού σχεδίου, ή πολλοί εκπαιδευτικοί την αξία του σχεδιασμού εγκυκλίου μαθημάτων (syllabus) και ακόμη χειρότερα, το σχεδιασμό του μαθήματος (lesson planning). Η αξία του σχεδίου βρίσκεται ακριβώς στην πιθανότητα αυτό να ανατρέπεται. Κάθε ανατροπή απαιτεί προσαρμογή, δηλαδή μια σειρά από διορθωτικές κινήσεις. Εξ ορισμού, είναι αδύνατο να προβεί κανείς σε διορθωτικές κινήσεις χωρίς σημείο αναφοράς, δεν υπάρχει διόρθωση αν δεν υπάρχει το σημείο παρέκκλισης. Το σχέδιο είναι το πλαίσιο που διατηρεί την επαφή με το στόχο ζωντανή και διαρκή.

Έτσι, στην περίπτωση μιας μικρής επιχείρησης, της οποίας η λειτουργία δια νόμου αναστέλλεται λόγω πανδημίας, είναι ο μεσομακροπρόθεσμος στόχος επιβίωσης, ανάπτυξης, κύκλου εργασιών, προϊοντικής και οργανογραμμικής ωρίμανσης που οφείλει να μείνει αλώβητος και ο οποίος, μετά τη «λακούβα» της αναστολής, θα επαναδιατυπώσει το νέο, διορθωμένο και προσαρμοσμένο σχέδιο εξυπηρέτησής του, με νέα δεδομένα, ίσως περισσότερα βάρη, αλλά και χάραξη νέας πορείας.

Κατ’ αντιστοιχία, η μαθησιακή διαδικασία οφείλει να οδηγεί στην εξυπηρέτηση σαφώς διατυπωμένων μαθησιακών στόχων. Η αλλαγή συνθηκών, η πλήρης μεταφορά σε πλαίσιο τηλεκπαίδευσης, αλλάζει τα χρονικά πλαίσια, ανακόπτει την κεκτημένη ταχύτητα της τάξης, αλλάζει τις μεθοδολογικές ανάγκες και προσεγγίσεις, αλλά αν παραμένουμε αφοσιωμένοι ότι στο τέλος της χρονιάς οι μαθητές μας οφείλουν να έχουν κατακτήσει τους Α, Β, Γ μαθησιακούς στόχους, όποια έλλογα και έννομα ανορθόδοξα σχήματα και αν έχουμε κληθεί να χρησιμοποιήσουμε ως διδάσκοντες, στο τέλος θα έχουν οδηγήσει στην επιτυχή κατάκτηση των στόχων.

Στην καθημερινή μας ζωή, το αν θα εργαστούμε από το γραφείο ή το σπίτι, αν θα πρέπει να δώσουμε παρατάσεις σε προθεσμίες, ή να διεκδικήσουμε πιστώσεις για την προσωρινή διευθέτηση μιας νέας κανονικότητας, κανονικά δεν θα πρέπει να επηρεάζει τους μεσομακροπρόθεσμους στόχους μας. Λέω και διδάσκω συχνά ότι είμαστε οι αποφάσεις που λάβαμε πριν τρία χρόνια. Όλα είναι λήψη αποφάσεων, διορθωτικές κινήσεις, κάθε μέρα της ζωής μας, κάθε στιγμή που οδηγούμε το αυτοκίνητό μας, κάθε φορά που διαπραγματευόμαστε με τους συναδέλφους μας, τους πελάτες μας, τους συντρόφους μας, τα παιδιά μας. Καμιά λήψη απόφασης και καμιά διορθωτική κίνηση, όμως, δεν επαρκεί και δεν έχει νόημα και ταυτότητα, αν δεν διαθέτουμε διακριτούς στόχους και ένα σχέδιο για τον καθένα.

Φυσικά, η στοχοθέτηση και ο σχεδιασμός αποτελούν δεξιότητες που διδάσκονται και αυτές. Αποτελεί δεξιότητα η πρόβλεψη σεναρίων, ρεαλιστικών, αισιόδοξων και απαισιόδοξων, ακριβώς γιατί οι συνθήκες διαρκώς ανατρέπονται. Αποτελεί δεξιότητα η πρόβλεψη και ο σχεδιασμός πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Αποτελεί δεξιότητα η μετατροπή του χρόνου σε σύμμαχο και η διαχείρισή του, κάθε φορά που πρέπει να προσαρμοστούμε.

Η προσαρμογή αποτελεί τέχνη και ως τέχνη, εξυπηρετείται από απαραίτητες δεξιότητες που θα την υποστηρίξουν. Αυτός που προσαρμόζεται δεν μετακινεί, ακυρώνει, επαναδιατυπώνει τους στόχους του (εκτός αν κάτι τέτοιο τον συμφέρει), αλλά μετακινεί, ακυρώνει και επαναδιατυπώνει τα βήματα του σχεδίου του με κατεύθυνση τον στόχο του. Δεν απελπίζεται, δεν παραμένει παθητικός θεατής της αλλαγής, δεν παραιτείται και δεν αναλώνεται στην άρνηση και την αντίσταση σε συνθήκες που δεν μπορεί να ελέγξει. Αυτός που προσαρμόζεται παραμένει ευρηματικός και παραγωγικός, επιχειρηματικά, μαθησιακά, εκπαιδευτικά, βιωματικά και πάντα στοχοπροσηλωμένος. Και φυσικά, αυτός που προσαρμόζεται με αυτούς τους όρους, επιβιώνει και αναπτύσσεται. Το είπε και ο Δαρβίνος! 🙂