Ο ρόλος του εκπαιδευτικού στην περίπτωση μαθησιακών διαταραχών και η μεταμάθηση
Οι μαθησιακές διαταραχές απασχολούν τον εκπαιδευτικό, γιατί πόθος του είναι τόσο να απελευθερώσει τις δυνάμεις και την επιθυμία για μάθηση σε κάθε μαθητή ξεχωριστά, όσο και να προστατέψει την ευκαιρία για μάθηση για τους υπόλοιπους μαθητές μέσα στην τάξη. Ο εκπαιδευτικός είναι πρώτα απ’ όλα ο ίδιος μαθητής, είναι ταγμένος στη μάθηση και βρίσκει σε αυτήν νόημα. Είναι, όμως, επαρκώς καταρτισμένος ο εκπαιδευτικός, ώστε να μπορεί να διαχειριστεί τις ιδιαίτερες μαθησιακές δυσκολίες και νευρολογικές ταυτότητες μέσα στην τάξη του; Σαφώς και δεν αναφερόμαστε μόνο στη δυσλεξία ή την πολυσυζητημένη Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), αλλά σε ένα σύνολο ιδιαιτεροτήτων που καθιστούν τους μαθητές μιας τάξης ή ακόμη και τους εργαζόμενους μιας επιχείρησης, τους παίκτες μιας ομάδας ή και τα μέλη μιας οικογένειας, ένα μοσχομυριστό μπουκέτο από πολύχρωμα διαφορετικά άνθη, τα οποία πρέπει να μάθουν να αντλούν ομορφιά το ένα από το άλλο και συνεργαζόμενα λειτουργικά να παράγουν ομορφιά.
Παρ’ όλα αυτά, ο συνειδητοποιημένος εκπαιδευτικός δεν καλείται και ούτε μπορεί να εξαντλήσει τον σπουδαίο ρόλο του σε διαγνώσεις. Ως άνθρωπος με ιδιαίτερη νευρολογική ταυτότητα και ο ίδιος, εμπλέκεται συναισθηματικά στη μαθησιακή διαδικασία και αλλάζει καθημερινά μέσω αυτής. Ανακαλύπτει πράγματα για τον εαυτό του και, αν δεν έχει εκπαιδευτεί κατάλληλα, κινδυνεύει να παρασυρθεί από τις δυναμικές της τάξης του και να ξεφύγει από τον στόχο του, δηλαδή την εξέλιξη των μαθητών του και του εαυτού του. Το έργο του συνειδητοποιημένου εκπαιδευτικού πρέπει να επικεντρωθεί στη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων που θα οδηγήσουν στην τεκμηριωμένη αυτεπίγνωση της νευρολογικής ταυτότητας των μαθητών του, ενθαρρύνοντάς τους να γνωρίσουν τον εαυτό τους με τη βοήθεια ειδικών και των διαγνώσεών τους. Έτσι, βιωματικά θα τους βοηθήσει να απελευθερώσουν τις δυνάμεις εκείνες που θα τους καταστήσουν δυνατούς και άφοβους απέναντι στη μάθηση, τη γνώση, το νέο, την αλλαγή, την εξέλιξη. Αυτή είναι μια ιδιαίτερα μακρόχρονη διαδικασία και απαιτεί υπομονή και επιμονή και από τις δύο πλευρές, του εκπαιδευτικού, αλλά και των μαθητών. Αυτός είναι και ο ορισμός της μεταμάθησης.
Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν τη λειτουργικότητα συγκεκριμένων νευρολογικών τύπων;
Ο σημερινός, ιδιαίτερα πιεστικός, τρόπος ζωής και οι συνθήκες ανταγωνισμού προκαλούν υπέρμετρες προσδοκίες και άγχος στους περισσότερους μαθητές και εργαζόμενους, ιδιαίτερα αν οι προσδοκίες αυτές φαίνονται ασύμμετρες και ασύμβατες με τη νευρολογική τους ταυτότητα. Το άγχος είναι ο συχνότερος παράγοντας, εξαιτίας του οποίου εμφανίζονται οι δυσλειτουργικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές στις περιπτώσεις παιδιών και ενηλίκων με κάποια δυσκολία ή διαταραχή. Πλάι στο άγχος, έρχεται ο φόβος της απόρριψης, της μη αποδοχής από ανθρώπους που δεν γνωρίζουν ότι, ενώ προσδοκούν κάποια πράγματα, αυτά δεν μπορούν να γίνουν, έτσι απλά, καθώς δεν είναι όλοι φτιαγμένοι για τα πάντα. Απλή βιολογία. Όπως ο έγχρωμος δεν μπορεί να γίνει λευκός, έτσι ο υψηλά λειτουργικός στο φάσμα του αυτισμού δεν μπορεί να αντιληφθεί τη μη λεκτική επικοινωνία.
Βασικοί τύποι νευρολογικών διαταραχών και συννοσηρότητα.
Τα τελευταία χρόνια μαθαίνουμε όλο και περισσότερα πράγματα για τις νευρολογικές διαταραχές και ιδιαιτερότητες και ορθά επικεντρωνόμαστε στα παιδιά και τους νέους που βρίσκονται σε ανάπτυξη νοητική, συναισθηματική και βιολογική. Παρ’ όλα αυτά, απαιτεί λίγη στροφή μόνο της εστίασής μας και στους ενήλικες, οι οποίοι, ελλείψει τότε επιστημονικής επάρκειας, δεν είχαν διαγνωστεί και δεν είχαν βοηθηθεί ως παιδιά. Οι περιπτώσεις δε που αποκτούν μεγάλο ενδιαφέρον στο κοινωνικό περιβάλλον, αλλά ιδιαίτερα στο εργασιακό περιβάλλον, είναι αυτές που οι επιστήμονες και ιατροί αποκαλούν περιπτώσεις συννοσηρότητας. Για να γίνουν κατανοητές οι περιπτώσεις συννοσηρότητας, οφείλει ο εκπαιδευτικός ή ο υπεύθυνος ανθρώπινων πόρων σε μια επιχείρηση να αποκτήσει επίγνωση του ποιες είναι από τη μια, οι νευροχημικές διαταραχές (π.χ. ΔΕΠ-Υ, αυτισμός, κλπ.), οι οποίες έχουν να κάνουν με νευρολογικές δομές του εγκεφάλου και ευαισθησία στην παρουσία ή έλλειψη ορμονών (π.χ. ντοπαμίνη), και από την άλλη, ποιες είναι οι λεγόμενες “νευρο-συναισθηματικές διαταραχές” (π.χ. διαταραχές της προσωπικότητας). Και ενώ οι νευρο-συναισθηματικές διαταραχές, και ειδικά αυτές της προσωπικότητας, αποδίδονται στη συναισθηματική εγκατάλειψη ή κακοποίηση στην παιδική ηλικία, θα πρέπει να δούμε με σοβαρότητα τις επιπτώσεις συναισθηματικής απόρριψης, έως και εγκατάλειψης ή κακοποίησης που είχε η μη κατανόηση ενός νευρολογικά ιδιαίτερου ενήλικα σήμερα, όταν ήταν παιδί, από τους γονείς του, τους δασκάλους του, το περιβάλλον του. Σε αυτές τις περιπτώσεις του διαταραγμένου, σήμερα, ενήλικα, μιλάμε για συννοσηρότητα. Γιατί το πιο πιθανό είναι ούτε οι νευροχημικές του προκλήσεις να έχουν αντιμετωπιστεί με τις κατάλληλες ψυχοκοινωνικές ή φαρμακευτικές θεραπείες, με αποτέλεσμα να εμπεδώνονται καθημερινά οι λειτουργικές αναπηρίες του ατόμου, ούτε κάποιος ειδικός να έχει απευθυνθεί στις προκλήσεις και στη συγκρότηση της προσωπικότητας και της συναισθηματικής ισορροπίας του.
Η αυτεπίγνωση του μαθητή ως στέλεχος του σχεδίου μεταμάθησης αποτελεί τεράστια ευθύνη για τον εκπαιδευτικό, έτσι ώστε τα φαινόμενα συννοσηρότητας να περιοριστούν και να ανακαλύψει ο μαθητής τη δική του ατραπό στη συναισθηματική ωρίμανση και ισορροπία. Ο ψυχοπαθής ή αντικοινωνικός, ο ναρκισσιστής ή ο μεταιχμιακός/οριακός στον χώρο συνεργασίας (συνήθεις διαταραχές προσωπικότητας) είναι συνήθως ένας άνθρωπος που έχει παραιτηθεί από την ελπίδα ότι μπορεί να εξελιχθεί, να μάθει ή και να διαχειριστεί αποτελεσματικά τον εαυτό του. Έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στο νέο, την αλλαγή, τη δυνατότητα για εξέλιξη και στους άλλους. Έργο του εκπαιδευτικού είναι να ενεργοποιήσει την εμπιστοσύνη στο μαθητή από μικρή ηλικία, ότι κανείς δεν χρειάζεται κατ’ αρχάς τους άλλους ή τη γνώμη τους, για να αναλάβει την ευθύνη της μάθησής του και κατά συνέπεια της ζωής του της ίδιας.
Φανταστείτε τη σπάνια μεν, υπαρκτή δε, περίπτωση ενός ενήλικα στον εργασιακό χώρο, ας πούμε πωλητή, ο οποίος παρουσιάζει Asperger’s-ADHD overlap (συνδρομή ΔΕΠ-Υ και Άσπεργκερς/λειτουργικό αυτισμό). Από παιδί θα ήταν πιθανά αδύνατο να συγκεντρωθεί σε ένα πράγμα τη φορά. Θα επιζητούσε ιδιαίτερα κίνητρα, για να διεκπεραιώσει κάτι, θα ήταν διαρκώς αμυντικός και καχύποπτος ως προς τους καταλογισμούς των άλλων, θα ήταν διαρκώς αναβλητικός (ADHD), ενώ ως Asperger’s θα έβρισκε δύσκολη την αναγνώριση των συναισθημάτων των άλλων, καθώς και τη μη λεκτική επικοινωνία, ενώ θα ξεσπούσε στα γνωστά meltdowns, εκρήξεις συσσωρευμένου θυμού με δυσανάλογη κλιμάκωση ως προς την αφορμή που τα προκάλεσε. Η απορριπτική έως και υποτιμητική συμπεριφορά του περιβάλλοντος στο αντικοινωνικό ή μη κατανοητό θα έχει οδηγήσει το παιδί αυτό σε μύριους μηχανισμούς αυτοαποδοχής και επιβίωσης, οι οποίοι, όμως, αντί να περιέχουν την αγάπη και την αποδοχή του εαυτού του, περιέχουν την αυτοαπόρριψη και τον θυμό, συγκεκαλυμμένα με ταμπέλες και μοτίβα και μεταβίβαση του θυμού αυτού στους άλλους. Αυτός είναι ένας διαρκής πόνος που εκφράζεται με συναισθηματική αστάθεια, ένα συναισθηματικό roller-coaster και κατά συνέπεια, αποσταθεροποιητικές για το περιβάλλον συμπεριφορές. Ως πωλητής μπορεί να απολαμβάνει ιδιαίτερα την παρέα συγκεκριμένων πελατών που τον αποδέχονται και όχι κάποιων άλλων που είναι συναισθηματικά πιο απόμακροι. Οι στόχοι πωλήσεων γι’ αυτόν δεν παίζουν ρόλο και δεν του δίνουν το κίνητρο που του δίνει η αποδοχή, ενώ το άγχος του και ο θυμός του διογκώνονται από τη δική του διαρκή αναβλητικότητα και την άρνηση του περιβάλλοντός του να του δώσει έτοιμη οργάνωση και δομή, εναποθέτοντας στον ίδιο την ευθύνη της πορείας του προς τον στόχο. Το άγχος αυτό μετατρέπεται σε περισσότερο θυμό, ο οποίος αν συσσωρευτεί, ξεχειλίζει μέσα από ένα, αδύνατο να εξηγηθεί ως προς το περιεχόμενό του, meltdown.
Μπορείς να του αλλάξεις τη ζωή
Ο συνειδητός εκπαιδευτικός οφείλει να παρατηρεί και να “ζυγίζει” το μίγμα προσωπικοτήτων στην τάξη του. Με τη βασική κατάρτιση θα μπορούσε να αναγνωρίσει μη νευροτυπικές εκδηλώσεις και να ενθαρρύνει την οικογένεια του παιδιού να διερευνήσει τη νευρολογία του με τη βοήθεια ειδικών, ώστε να προκύψουν οι απαραίτητες διαγνώσεις. Στη συνέχεια οφείλει να βοηθήσει το μαθητή μέσα στην τάξη να αναγνωρίσει τη διαφορετικότητά του, τον τρόπο που αυτή επηρεάζει την υπόλοιπη τάξη και τη συνολική μαθησιακή διαδικασία, και να αναδείξει το πώς μπορεί ο μαθητής να συμβάλει στη μαθησιακή διαδικασία μέσω της ιδιαιτερότητάς του (π.χ. ταλέντο στην απομνημόνευση, ικανότητα multi-tasking, ικανότητα συντονισμού, κλπ.), αλλά και πώς να τιθασεύει τις παρορμήσεις που τον εμποδίζουν. Την ίδια στιγμή μπορεί να του μάθει πώς μαθαίνει ευκολότερα (π.χ. “έχεις προσέξει ότι θυμάσαι καλύτερα αν αυτά που διαβάζεις τα μετατρέπεις στο μυαλό σου σε κινούμενες εικόνες;” ή “ξέρω ότι σου είναι δυσάρεστο, αλλά έχω παρατηρήσει ότι αν ορίσουμε μια προθεσμία στα 40 λεπτά της ώρας χωρίς περισπασμούς, λειτουργείς εξαιρετικά κάτω από πίεση”). Η αυτεπίγνωση και η ανεπτυγμένη μεταμάθηση θα ενισχύσουν το νέο παιδί ως εξής:
α) Θα του δώσουν γνώση και επιχείρημα όταν το περιβάλλον θα λειτουργήσει επικριτικά επάνω του
β) Θα του δώσουν την αίσθηση ότι κάποιος το καταλαβαίνει, το αγαπάει, του δίνει την προσοχή του
γ) Θα του δώσουν την ικανοποίηση και θα του αναπτύξουν την αυτοπεποίθηση ότι είναι χρήσιμο, έως και απαραίτητο στην ομάδα
δ) Θα του δώσουν τη βεβαιότητα ότι όλα κερδίζονται με την απαραίτητη προσπάθεια και τη σωστή στρατηγική
ε) Θα του διδάξουν ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί, και όπως δεν φταίει το ίδιο, δεν φταίνε και οι άλλοι που δεν το καταλαβαίνουν, λόγω της δικής τους ιδιαιτερότητας. Θα μάθει να συγχωρεί.
στ) Θα του διδάξουν ότι όλα γίνονται σε ένα υγιές ισοζύγιο προσδοκιών.
ζ) Θα το βοηθήσουν να εκτίθεται εκεί που πραγματικά είναι σε θέση να λειτουργήσει και να προστατεύεται στα μη συμβατά με το ίδιο περιβάλλοντα.
η) Κάθε μέρα η εμπιστοσύνη του στον εαυτό του και τους άλλους θα ενισχύεται.
θ) Κάθε μέρα θα θέλει να γίνεται όλο και καλύτερο.
Κάθε παιδί μεγαλώνοντας και ξεκινώντας ως δρομέας την πορεία της μάθησης και της ζωής, θα βρει πολλούς σταθμούς που θα κλονίσουν την αυτοπεποίθησή του. Σε κάθε τέτοιο σταθμό φορτώνεται με ένα κομμάτι από την πανοπλία της παγίδας, της ενοχής και της μη παραγωγικής συμμόρφωσης. Στο δρόμο αυτό θα βρίσκονται και πολλοί εκπαιδευτικοί, αποστολή των οποίων είναι η ενίσχυσή του με γνωστικό φορτίο και τεχνικές αξιοποίησής του, αλλά κυρίως η αφαίρεση όσων κομματιών από την πανοπλία αυτή είναι δυνατό.
Ο εκπαιδευτικός είναι ο δεύτερος γονέας. Είτε εκπαιδεύει παιδιά, είτε ενήλικες, αν συνειδητά πλαισιώσει την αποστολή του με την προσπάθεια για υγιή αυτονόμηση του μαθητή έχει μεγάλη ευθύνη, τόσο απέναντι στο μαθητή του, όσο και στο περιβάλλον του τελευταίου. Είναι το χέρι που θα οδηγήσει το μαθητή στον προσωπικό του παράδεισο, δηλαδή την αγάπη και την αποδοχή του εαυτού του, μέσα από το δρόμο της γνώσης και της μάθησης. Εφόδια του καθηγητή σε αυτή τη δύσκολη αποστολή είναι η ικανότητα, πρώτα απ’ όλα, να υπηρετεί ο ίδιος το δρόμο προς τον δικό του παράδεισο. Να έχει πίστη, εκεί που η επίπλαστη εμπιστοσύνη είναι ασήμαντη. Να έχει έρωτα για τη μάθηση, για το νέο, για το πιο πολύ, για τους ανθρώπους και για τη ζωή. Και να ξέρει να βάζει όρια. Να δίνει αγάπη με όρια. Ο εκπαιδευτικός είναι δεύτερος γονέας.