Δεν είμαι θυμωμένος, όχι πια. Είναι αυτό που είναι. Ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης που φιλοξενεί 11.000.000 ασθενείς με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας. Το μόνο που διακρίνει τις ζημιές σε διάφορες πόλεις της χώρας μας μετά τις χθεσινές διαδηλώσεις, από το κλείσιμο μιας ράμπας αναπήρων από ένα Smart, την οδήγηση μετά από κατανάλωση αλκοόλ, το συστηματικό πέρασμα κόκκινων φαναριών, το «κάνω το χαζό και μπαίνω μπροστά από άλλους στη σειρά», το «κρεμάω στο λαιμό τα πιστοποιητικά μου και τα διδακτορικά αμφιβόλου κύρους, ενώ δεν μπορώ να αρθρώσω λέξη», το «καβαλάω άλογο στο Λευκό Πύργο τραγουδώντας το Μακεδονία Ξακουστή», τη φοροδιαφυγή (όχι μόνο στην κρίση που οφείλεται στην πρότερη φοροδιαφυγή), το χρηματισμό για να «ξεχάσουν» το νεκρό σου στον τάφο σε ένα σύστημα όπου όλοι εκταφιάζονται στα τρία, άντε τέσσερα χρόνια, το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους από έγκριτα μέλη της κοινωνίας που διακηρύσσουν την ακεραιότητα και τη φιλονομία, παρουσία ακόμη και εγκύων, τις δημοτικές συντεχνίες «ημετέρων» που επιτρέπουν ταβερνομπαροκλάμπ να κλείσει (και το βράδυ και με λουκέτα) 100 μέτρα σε σχηματισμό Γ πεζοδρομίου, βγάζοντας καροτσάκια με μωρά και ανήμπορους στη μέση του δρόμου σε στροφή λεωφορείου, το μόνο λοιπόν που διακρίνει τις χθεσινές ζημιές από όλα αυτά είναι το «κατ’ αναλογίαν».
Αντιθέτως, μοιάζουν πολύ σε πολλά πράγματα. Μοιάζουν στη ρίζα που τα επιτρέπει τύπου «επειδή μπορώ», «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», και στην μικροαστική υποκρισία του «φταίνε πάντα οι άλλοι, γιατί εγώ όταν τα κάνω έχω λόγο». Έχω πει και το διακηρύττω ότι φασίστας είναι εκείνος που θαυμάζει τους προγόνους του περισσότερο από τους απογόνους του. Έτσι η Ελλάδα φιλοξενεί έναν λαό που έχει ξεβρακώσει τους προγόνους του από θαυμασμό, έρωτα, υπερηφάνεια ώστε να νιώθει ότι δικαιούται να είναι ένδοξος, και έχει χεσμένους τους απογόνους του συντηρώντας μια ανομία και ένα χαφιεδισμό από τους πιο «αριστερούς» μέχρι τους πιο «δεξιούς» όπου ποτέ κανένας δεν «δίνει» τον δικό του, αλλά δε χάνει ευκαιρία να «δώσει» τον άλλον. Γιατί οι πρόγονοι στην μνήμη των οποίων θυσιάζουμε καθημερινά τα παιδιά μας δεν είναι μόνο ο Αριστοτέλης, ο Αλέξανδρος ο Μέγας, ο Παύλος Μελάς και ο Καραϊσκάκης, αλλά και ο Λαμπράκης, και ο Βελουχιώτης και ο καθείς του οποίου τις σάρκες ξεσκίζουμε όλοι εμείς οι άχρηστοι κάθε μέρα και τις φοράμε για να νιώσουμε σημαντικοί.
Δεν είμαι όμως πια θυμωμένος. Έχω αφεθεί. Σε αυτή τη φάση της ζωής μου, αυτό διέρχομαι. Ο βίος είναι μια δύσκολη και συναρπαστική πορεία, και έχω περάσει από ζούγκλες, ωκεανούς, δάση, βουνά, ποτάμια, πόλεις και πολιτείες, και σε αυτή τη φάση της ζωής μου περνώ από βόθρο. Θα επιβιώσω γιατί είμαι πολύ ανθεκτικός. Χάνω στρατηγικά αυτή τη μάχη, για να κερδίσω τον πόλεμο της αξιοπρέπειάς μου και της πνευματικής μου εξέλιξης. Λυπάμαι τον αστυνομικό που όταν κάλεσα το εκατό στην εθνική Χαλκιδικής για να του αναφέρω ότι κάποιος μεθυσμένος έχει χτυπήσει τρία αυτοκίνητα και με οκτάρια έφυγε μπροστά, το «όργανο» μου είπε «και συ τί είσαι, ο ρουφιάνος της παρέας», αφήνοντας και μένα και τη Βρετανίδα γυναίκα μου άναυδους.
Επίσης λυπάμαι και τον Καστοριανό που έξω από το ΑΒ στο πάρκινγκ όταν πάρκαρε στη θέση αναπήρων, γύρισε ο Σάββας μου και του έκανε παρατήρηση και εκείνος αποκάλεσε το παιδί μου «μούλικο», αντί να κατεβάσει τα μάτια.
Πρέπει να βιαστούν πρώτα οι Ελένες από γνωστά μαγκάκια, να καούν 100 και βάλε άνθρωποι στα Μάτια της χώρας αυτής, να καταρρεύσουν οικοδομές με 5 ρίχτερ για να κάνει η πολιτεία τη δουλειά της, γιατί η προληπτική φροντίδα και τήρηση των όρων μιας σύμβασης μεταξύ ενηλίκων όπως συμβαίνει στον πολιτισμένο κόσμο, στην Ελλάδα είναι ρουφιανιά και χαφιεδισμός. Στο σύμπαν που ζούμε, όλοι στο τέλος παίρνουν αυτό που τους αξίζει. Το ίδιο συμβαίνει και με τον εκάστοτε ναρκισσιστή, καθώς στο τέλος πεθαίνει θυμωμένος, πάντα αδικημένος, ψάχνοντας να βρει «τις πταίει», και έχοντας χάσει την ευκαιρία μερικών δεκαετιών που περνάνε σαν αστραπή και ανεπιστρεπτί. Την ευκαιρία ο καθένας να κάνει τον εαυτό του καλύτερο, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της ζωής του, και έτσι να κάνει και τον κόσμο κατάτι ομορφότερο. Αυτό θα αποκαλούσα πραγματική εκδίκηση του παραμελημένου εαυτού μας στο τέλος… Κρίμα!